Πανοραμική άποψη του Δάσους του Ράντη
Το Δάσος του Ράντη βρίσκεται στην κεντρική ορεινή Ικαρία, στην οροσειρά του Αθέρα. Ανατολικά οριοθετείται από το Χριστοβούνι και συνορεύει µε τα δυτικά όρια της περιοχής του Αθέρα (περιοχή που έχει ενταχθεί στο δίκτυο NATURA 2000), ενώ δυτικά από το Μεγάλοφο και το Κλιµάτιο. Η νότια πλευρά του οριοθετείται από τους γκρεµούς του ορεινού όγκου. Απέχει γύρω στα 10 χλμ. από τον Εύδηλο (στο Δήμο του οποίου ανήκει διοικητικά) και 25-30 χλμ. από τον Αγ. Κύρηκο (πρωτεύουσα του νησιού).
Αριά ή Άριος Δρυς - Το κυρίαρχο είδος του δάσους
Η Αριά είναι αειθαλές δέντρο ύψους 12-15μ. ή ψηλός θάμνος. Ο φλοιός του στην αρχή είναι λείος, γυαλιστερός και σταχτόχρωμος, εναργότερα με κατά μήκος και εγκάρσιες σχισμές, σταχτοκάστανος. Η περίοδος άνθησης είναι περίπου τους μήνες Απρίλιο και Μάιο. Τον Οκτώβριο και Νοέμβριο ωριμάζουν οι καρποί (μονοετής), οι οποίοι αμέσως μετά πέφτουν. Η Αριά αναπτύσσεται αργά, με χαμηλούς ρυθμούς παραγωγής, γεγονός που την καθιστά ισχυρή στο να προσαρμόζεται σε φτωχά εδάφη, σε χρονικά ανομοιογενείς βροχοπτώσεις, όπως και σε συνθήκες υδατικών και θερμοσιακών καταπονήσεων.Ο Άντρακλας (Arbutus andrachne), έχει ιδιαίτερα ερυθρωπό κορμό και η υφή και όψη του μοιάζει με αντρικό σώμα, εξ’ού και η ονομασία του. |
Επιπλέον είδη του Δάσους του Ράντη
Το Δάσος του Ράντη κυριαρχείται από το δέντρο Αριά ή Άρια δρυς (Quercus ilex). Παρόλα αυτά, έντονη παρουσία αποτελούν ψηλά δέντρα Κουμαριάς (Arbutus unedo) και Γλυστροκουµαριάς ή Άντρακλας (Arbutus andrachne), όπως επίσης και Φιλλύρεας ή Φιλλίκι ή Λεπρίνος (Phillyrea latifolia). Στην µεγαλύτερη έκταση του Δάσους ο υπο-όροφος είναι ανύπαρκτος, ενώ εκεί που υπάρχει, απαρτίζεται από Πουρνάρι (Quercus coccifera), Αστοιβή (Sarcopoterium spinosum), Αφάνα (Genista acanthoclados), Ρείκια (Erica arborea) και Λαδανιά (Cistus monspeliensis).Οι εναλλαγές τοπίου του Δάσους ,καθώς και η μορφολογία του εδάφους επιτρέπουν την ανάπτυξη πληθυσμών πολλών ειδών ερπετών, παρέχοντας κατάλληλες συνθήκες διαβίωσης, όπως είναι οι βραχώδεις εκτάσεις, οι πέτρινοι φράχτες (πεζούλες ή ξερολιθιές), κ.ά. Συγκεκριμένα, το Δάσος φιλοξενεί σαύρες, όπως είναι η Τούρκικη σαύρα (Lacerta oertzeni -είδος ενδημικό της Ικαρίας σε επίπεδο ηπείρου), το Σαμιαμίδι (Hemidactylus turcicus), ο Αβλέφαρος (Ablepharus kitaibelii), ο Οφίσωψ (Ophisops elegans), αλλά και φίδια όπως είναι ο Έφιος (Coluber caspius) και η προστατευόμενη οχιά (Vipera xanthina). Το Δάσος του Ράντη φιλοξενεί πληθυσμούς από διάφορα είδη μικρών θηλαστικών, όπως το προστατεύομενο Πετροκούναβο – η Ατσίδα (Martes foina), ο Σκαντζόχοιρος (Erinaceus concolor) καθώς και διάφορα είδη τρωκτικών.
Σημαντικότητα του Δάσους του Ράντη
Ένας αρχαίος Άριος, ηλικίας 325 ετών
Η καταγραφή της ηλικίας των δέντρων ανά περιοχή
αποκαλύπτει ιστορικά στοιχεία, όπως είναι η ανθρώπινη
παρέμβαση ανά τους αιώνες.
Απειλές του Δάσους του Ράντη
Στο Δάσος του Ράντη, παρά την ιδιαιτερότητα του, απουσιάζουν αειφόρες πρακτικές διαχείρισης με αποτέλεσμα να αντιμετωπίζει σημαντικά προβλήματα τα οποία θέτουν σε κίνδυνο την ύπαρξη του πλούτου του. Από τα παλαιότερα χρόνια, η ανθρώπινη παρέμβαση, μέσω της ξύλευσης και της βόσκησης των ζώων, καθόριζε την τύχη του δάσους. Το ξύλο της Αριάς αποτελούσε ιδανική καύσιμη ύλη, αλλά και πρώτη ύλη για κατασκευές. Οι καρποί της, τα βελανίδια, αποτελούν πολύ καλή τροφή για τα ζώα, και κυρίως για τα γουρούνια, όπως επίσης συνηθίζοταν να τα χρησιμοποιούν για τη βυρσοδεψία. Πρέπει να σημειωθεί, πως ο λόγος ύπαρξης του Δάσους μέχρι σήμερα οφείλεται στο σπάνιο γεγονός ότι οι τοπικές κοινωνίες με απόφασή τους πριν από 150 περίπου χρόνια, αποφάσισαν να διατηρήσουν αυτό το τμήμα του δάσους, ως το μοναδικό εναπομείναν τμήμα του, που κάποτε κάλυπτε σχεδόν το σύνολο του νησιού. Το αποτέλεσμα της απόφασης αυτής ήταν να αποτραπούν όλες οι δραστηριότητες ξυλείας σε αυτό. Παρόλα αυτά όμως, σήμερα, απουσιάζει οποιαδήποτε αντίστοιχη παρέμβαση τόσο από τους αρμόδιους κρατικούς φορείς, όσο και από τις τοπικές κοινωνίες. Η ένταση των διαταραχών είναι τόσο αυξημένη, ώστε να μην αφήνει περιθώρια επιβίωσης του Δάσους. Το αποτέλεσμα είναι να οδηγείται ολοένα και πιο κοντά προς την καταστροφή.
Βόσκηση
Το φαινόμενο της υπεβόσκησης αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες απειλές του Δάσους |
Η βόσκηση πλέον έχει ενταθεί: υπολογίζεται ότι πάνω από 1000 κατσίκια μπαινο-βγαίνουν από το δάσος ημερησίως, αφού παρανόμως επιτρέπεται σε αυτό η ελεύθερη βόσκηση, με αποτέλεσμα να παρουσιάζονται φαινόμενα υπερβόσκησης. Η υπερβόσκηση του Δάσους, αποτρέπει κάθε αναγέννηση της χλωρίδας, ενώ παράλληλα τα κλαδιά που σπάνε κάνουν τα δέντρα πιο ευάλωτα σε προσβολή από φυτοπαθογόνα. Τα φύλλα της Αριάς αποτελούν, με τη σειρά τους, τροφή για τα κατσίκια. Αφού φάνε όλο το υπόστρωμα και τα χαμηλότερα επίπεδα βλάστησης, αρχίζουν να σκαρφαλώνουν τα δέντρα και να σπάνε κλαδιά έως ότου φτάσουν τα φύλλα που βρίσκονται σε μεγαλύτερο ύψος. Τα χαμηλότερα δέντρα δε, δεν έχουν καμιά τύχη επιβίωσης. Με τις αλλεπάλληλες επιθέσεις των κοπαδιών χάνουν το φύλλωμα τους και πεθαίνουν. Λόγω του φαινομένου αυτού, στο μεγαλύτερο μέρος του Δάσους απουσιάζουν τα νεαρά δέντρα, ακόμη και σε μέρη όπου οι συνθήκες ανάπτυξης τους είναι ευνοϊκές. Το αποτέλεσμα είναι να αποκόβεται η αλυσίδα της φυσικής αναγέννησης ή διαδοχής των ειδών, που είναι βασική προϋπόθεση για την επιβίωση και διαιώνιση κάθε φυσικού δασικού οικοσυστήματος.
Η έντονη βόσκηση επιδρά ακόμη πιο αρνητικά σε δέντρα, όπως είναι οι Γλυστροκουµαριές, τις οποίες καταστρέφει ολοσχερώς. Ο φλοιός του κορμού του είδους αυτού, αποτελεί τροφή για τα κατσίκια, καθώς είναι λείος, τρυφερός και τα ξεδιψά, καθότι είναι πολύ δροσερός. Απουσία φλοιού, ο κορμός της Γλυστροκουµαριάς είναι εκτεθειμένος σε ασθένειες και εχθρούς, ενώ τα μοιραία αποτελέσματα δεν αργούν να φανούν. Σήμερα, τα δέντρα αυτά του Δάσους, είναι με φαγωμένο φλοιό, άλλα λιγότερο και άλλα περισσότερο. Το σίγουρο είναι ότι αν συνεχιστεί η κατάσταση αυτή οι Γλυστροκουµαριές θα είναι από τα πρώτα είδη που θα εξαφανιστούν. Πέραν από τα κατσίκια, τα γουρούνια που επίσης έχουν ελεύθερη πρόσβαση στο δάσος, σκάβουν το στρώμα του εδάφους για την ανεύρεση των βελανιδιών (με τα οποία τρέφονται) έχοντας σαν αποτέλεσμα την καταστροφή του ριζικού συστήματος. Τα παραπάνω, σε συνδυασμό με παράγοντες, όπως είναι η ξηρότητα του κλίματος ή ο τύπος του εδάφους, προκαλούν μη αναστρέψιμες επιπτώσεις σε αυτό το σημαντικό οικοσύστημα, με αποτέλεσμα το Δάσος να οδηγείται σταδιακά προς την ερημοποίηση.
Δείτε τις Δράσεις της χερσαίας ερευνητικής ομάδας στο Δάσος του Ράντη
Πυρκαϊά
Ο κίνδυνος της πυρκαϊάς είναι ένας παράγοντας που απειλεί όλα τα Μεσογειακά οικοσυστήματα. Δεδομένου ότι στο Δάσος του Ράντη δεν υπάρχει καμιά πρόληψη, ανίχνευση τυχόν φωτιάς, καθώς και κανένα πλάνο πυρόσβεσης, το οικοσύστημα κινδυνεύει καθημερινά (ιδίως τους θερμούς μήνες) απειλόντας την οριστική εξαφάνιση του Αριοδάσους και την βιοποικιλότητα που αυτό στηρίζει. Σε συνδυασμό με την υπερβόσκηση, είναι βέβαιο ότι κάθε σκέψη περί αναγέννησης του δάσους φαντάζει ουτοπική.
Εντός του Δάσους υπάρχει σε μεγάλο βαθμό νεκρή βιομάζα, όπως είναι πεσμένοι κορμοί |
Δείτε τις Δράσεις της χερσαίας ερευνητικής ομάδας στο Δάσος του Ράντη
Ασθένειες και μικροπανίδα
Η Αριά, υπό φυσιολογικές συνθήκες, είναι δύσκολο να προσβληθεί από έντομα, συμβιωτικούς μύκητες και βακτήρια, διότι ο κορμός του δέντρου είναι πολύ ανθεκτικός. Ωστόσο, όταν ο κορμός και το φύλλωμα έχουν υποστεί ζημιά από παράγοντες, όπως η υπερβόσκηση, το δέντρο γίνεται ευάλωτο σε έντομα και σχετικές ασθένειες. Οι πιο σημαντικές ζημιές προκαλούνται από τα έντομα που προσβάλουν την ρίζα και τον κορμό των δέντρων, ιδίως αυτών που είναι ασθενή και αδύναμα. Ξυλοφάγοι οργανισμοί τρέφονται από τα ετοιμοθάνατα δέντρα και τους πεσμένους κορμούς. Στην περίπτωση αυτή, ωφελούν την ενεργειακή ροή του οικοσυστήματος και την ισορροπία αυτού, καθώς παίζουν τον πολύ σημαντικό ρόλο του αποδομητή. Όταν όμως ο πληθυσμός αυτός μειωθεί αρκετά, υπόλοιποι ανταγωνιστικοί πληθυσμοί ευνοούνται και αυξάνονται ραγδαία. Λόγω έλλειψης ανταγωνισμού ή φυσικού θηρευτή, απουσιάζουν παράγοντες περιορισμού του πληθυσμού τους, με αποτέλεσμα να επιτίθενται ακόμη και στα υγιή δέντρα, προκαλώντας πολλές φορές θανατηφόρες ζημιές.
Οι περισσότερες τρύπες δημιουργούνται από ξυλοφάγους οργανισμούς, όπως είναι το σκαθάρι Cerambyx cerdo | Ασπόνδυλοι οργανισμοί δημιουργούν στοές/ διαδρομές εντός του κορμού της Αριάς |